Μια αρχαία επιγράφη από την Τερπνή Σερρών που αποδυκνείει την ύπαρξη αρχαίων κτιρίων όπως αγορά, γυμνάσιο, βουλευτήριο, επιστάσιο και βασιλική έξέδρα με τρείς οίκους,άλλα και αρχαίο θέατρο και δύο ναούς που μνημονεύονται σε παλαιότερη επιγραφή!! Τί άλλο χρειάζεται δηλαδή ένας τόπος για γίνει πόλος έλξης χιλιάδων επισκεπτών,και γιατί όχι και παγκοσμίως γνωστός; Κύριοι εθνικοί ευεργέτες μας, αφήστε τους “Καλικράτιδες” την πράσινη ανάπτυξη και τα πράσινα άλογα που τάζετε στο ποίμνιο σας,και ορίστε, να η ευκαιρία. Αναδείξτε τα... αρχαία μνημεία της περιφέρειας απ’ άκρη σ΄άκρη στην χώρα και αφήστε μετά τις τοπικές κοινωνίες να αναλάβουν.Είναι σίγουρο ότι θα τα καταφέρουν πολύ καλύτερα από όλους αυτούς τους άσχετους που διαχειρίζονται την πολιτιστική μας κληρονομιά δεκαετίες τώρα.–
Ανέκδοτη Ελληνική επιγραφή,από την Τερπνή Σερρών.Του Δημήτρη Σαμσάρη -Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών
Τόν Αυγουστο του 1979, κατα τη διάρκεια επιγραφικής έρευνας στην κοιλάδα του Στρυμόνα, είχα την τύχη να βρώ στην Τερπνη Νιγρίτας μια ενδιαφέρουσα ενεπίγραφη στήλη, πεταμένη στην αυλη του Στ. Σταμούλη. την είχε βρεί πρόσφατα ό ίδιος στην τοποθεσία «Παλιόκαστρο» (5 χλμ. ΝΔ της Τερπνης), καθως oργωνε εκεί τό χωράφι του. Yστερα από συνεννόηση με την κ. Χάιδω Κουκούλη-Χρυσανθάκη, έφορο αρχαιοτήτων ‘Ανατολικης Μακεδονίας, φρόντισα και μεταφέρθηκε η στήλη στό ‘Αρχαιολογικό Μουσείο Σερρών.Στό «Παλιό καστρο» Τερπνής πριν από αρκετα ακόμη χρόνια είχαμε εντοπίσει ίχνη αρχαίου τειχισμένου οικισμού. ‘Εδώ μάλιστα είχαμε τοποθετήσει τό ρωμαϊκό σταθμό «Graero». ‘Ανάμεσα πάλι στό «Παλιόκαστρο» και την Τερπνή βρέθηκε ό γνωστός μακεδονικός τάφος, στόν όποίο, σύμφωνα με τις έπιγραφες στους τοίχους, είχαν ταφεί δυό αδέλφια, ό Διοσκουρίδης ‘Απολλλοδώρου και ό Ίππώναξ ‘Απολλοδώρου, μέλη οικογένειας που ανήκε στην τοπική αριστοκρατία. Τέλος, στην Τερπνη είχε βρεθεί κατά τόν Α’ παγκόόσμιο πόλεμο και μια άλλη επιγραφή.Η ενεπίγραφη στήλη, που βρέθηκε πρόσφατα, είναι από άσπρο μάρμαρο καλής ποιότητας. Δυστυχώς είναι σπασμένη σε τρία κομμάτια. Τό σπάσιμο φαίνεται πως είναι παλιό και εξηγείται από τό γεγονός ότι ή στήλη είχε αποσπαστεί κατα την αρχαιότητα από την αρχική της θέση και ξαναχρησιμοποιήθηκε κάπου αλλού. Άπό τη φθορά της επιγραφης στό μέσο και την λείανση του μαρμάρου στό σημειο αυτό φαίνεται πως ή στήλη ειχε χρησιμοποιηθεί για πολύ καιρό σαν κατώφλι στην είσοδο κάποιου κτηρίου. Για τελευταία πάντως φορά χρησιμοποιήθηκε σε τάφο. Κι αυτό τό συμπεραίνει κανείς από τό ότι τό αλέτρι την έβγαλε από τό λόφο, όπου εκτεινόταν ή αρχαία νεκρόπολη. Πιθανώς να την εσπασαν σε τρία κομμάτια, όταν επρόκειτο να τη χρησιμοποιήσουν στόν τάφο. Δυστυχώς τα δύο απο τα σωζόμενα κομμάτια δεν ειναι εντελώς ακέραια, ώστε να μπορούν σήμερα να συναρμολογηθούν με ακρίβεια.Αν κρίνει κανείς απο τό σωζόμενο ύψος τών κομματιών (0,66μ. + Ο,66μ. +0,73μ.), το αρχικό υψος όλόκληρης της στήλης θα έφτανε γύρω στα 2,10 μ. Τό πλάτος της είναι Ο,33-35μ. και τό πάχος της 0,12μ. Ή πίσω όψη της ειναι εντελώς ακατέργαστη και φαίνονται καθαρά τα ίχνη της τυπίδας και τών σφηνών που χρησιμοποιήΘηκαν για την εξόρυξή της από το «στήθος» του πετρώματος. Άπό αυτό συμπεραίνει κανείς πως ή στήλη ήταν στημένη σε τέτοια θέση, που δεν ήταν όρατή η πίσω όψη της. Ό τόρμος εξάλλου, που ύπάρχει στην πλάγια πλευρά του ένός απο τα κομμάτια, δείχνει ότι αυτή ήταν στερεωμένη σε κάποιο τοιχο, κίονα η πεσσό.Ή έπιγραφη ειναι χαραγμένη στό κάτω μέρος του πρωτου κομματιού (βλ. εΙκ. 1) και σε όλόκληρο σχεδόν το δεύτερο (βλ. εΙκ. 2). Τό τρίτο κομμάτι ειναι ανεπίγραφο. ‘ Απο το σπάσιμο της στήλης καταστράφηκαν περίπου τρεις στίχοι.Αλλοι πέντε πάλι στίχοι στο κέντρο του δεύτερου κομματιού εχουν φθαρεί από τη χρήση της στήλης σαν κατώφλι και ή ανάγνωσή τους σε όρισμένα σημεία είναι προβληματική. Τό ύψος των γραμμάτων και τα διάστιχα κυμαίνονται από 0,02 ως Ο,03μ. Άπό τόν τύπο των γραμμάτων καί τα ρωμαϊκα ονόματα ή επιγραφή χρονολογείται στό 20-30 μ.Χ. αίώνα. Τό κείμενό της, όπως τό μεταγράψαμε καί τό συμπληρώσαμε, είναι τό παρακάτω:‘Η πόλις[μ}ετά 'Ιουλίας
[ .. }ως τής κλ[η][ρο]γόμου [ ... }
5 [----- c. 11 ------ } [----- c. 11 ------ } [----- c. 11 ------ } Κ[οϊν;]τος [Φιλιπ]ος ό αν[ήρ αυ]-
5 [----- c. 11 ------ } [----- c. 11 ------ } [----- c. 11 ------ } Κ[οϊν;]τος [Φιλιπ]ος ό αν[ήρ αυ]-
10 της κατέλιπ[εν] έαυτου πατρίδ[ι] γενέσθαι, βασιλικήν εποίη-
σαν [σύ]ν τη[ι] ε-
15 ξέδρα[ι] καί τοϊς προσούσι οί-
κοις τρισί δι-
α επιμελητού
Π(οπλίου)Αιλίου Κλαρανού Αλεξάν-
δρουΣτ. 2. Άπό τό γράμμα Μ σώζεται ενα ίχνος 1. Τό αρχικό γράμμα του όνόματος είναι γραμμένο ως 010. Άπό τό τελικό C του ίδιου ονόματος είναι σπασμένο τό κάτω μέρος. 11 Στ. 3. Τό Ω, αν και σπασμένο στό κάτω αριιστερό μέρος, διακρίνεται καθαρά. Άπό τό Λ σώζεται μόνο τό αριστερό σκέλος. Ή ανάγνωση «[..]ωστης κλ[η]» πρέπει να αποκλειστει, γιατί δεν ύπάρχει λέξη που να τελειώνει σε -ωστης. 11 Στ. 4. ‘Από το Ν σώζεται τό πάνω μέρος του δεξιου κάθετου σκέλους και από τό Υ μόνο ή αριστερη κεεραία. Λιγότερο πιθανή φαίνεται ή ανάγνωση «[ρο]γομού[σης]». 11 Στ. 5-6. ‘Εδώ θα αναφερόταν ή κληρονομιά. 11 Στ. 7. Στό στίχο αυτόν θα αναγράφονταν τό πρώτο η πιθανώς τα δυό πρώτα ονόματα (ρωμαϊκα) του [Φιλίπ]που, αν είχε τέσσερα, όπως ό παρακάτω επιμελητής (στ. 19-21). 11 Στ. 8. Άπό τό πρωτο όνομα διακρίνονται καθαρα τα γράμματα Ο και C, δυσδιάκριτα ίχνη του Κ και από τό Τ μόνο τό κάθετο σκέλος. 11 Στ. 18. Σύμπλεγμα γραμμάτων (ligaatιιra): 8 = 0+ Υ. Στ. 19. Συντομογραφία του ονόματος Πόπλιος: ο Π ο. 11 Στ. 19-20. Τό ονομα Κλαρανός ειναι μαλλον ρωμαϊκό: Clarus + κατάληηξη -anus, δπως Aemilius) Aemili + anus, Ae1ius)Aeli + anus.
Τό κείμενο της επιγραφης παρουσιάζει σημαντικό ενδιαφέρον για την τοπογραφική και ίστορική έρευνα.Πρώτα πρώτα μας πληροφορεί για την οικιστική βαθμίδα του αρχαίου οικισμού που βρισκόταν στό «Παλιόκαστρο» Τερπνής. ‘Έτσι γνωρίζουμε τώρα πια με βεβαιότητα ότι ό ερειπιώνας ανήκει σε αρχαία πόλη. Τό όνομά της δυστυχώς δεν αναφέρεται στην επιγραφή. “Αν θεωρηθεί όμως βέβαιη ή ταύτιση του ρωμαϊκου σταθμού Graero με τό «Παλιόκαστρο» που προτείναμε παλιότερα, τότε ειναι εύλογο να υποθέσει κανείς ότι ό σταθμός αυτός διέσωσε, όπως συνήθως συνέβαινε, στόν εκκλατινισμένο τύπο του-λίγο η περισσότερο παραφθαρμένο-τό όνομα της πόλης. Τό όνομα Graero όμως, όσο παραφθαρμένος τύπος κι αν θεωρηθεί,δε φαίνεται νά εχει έτυμολογική σχέση με κανένα από τά γνωστα ονόματα βισαλτικών πόλεων που διέσωσε ή φιλολογική παράδοση!. Γι’ αυτό νομίζω ότι είναι σωστή ή έτυμολογικη συσχέτισή του με τό όνομα της παιονικής φυλής των Γρααίων, γνωστό από τους περισσότερους κώδικες ενός πολυσυζητημένου χωρίου του Θουκυδίδη (ΙΙ, 96,3)3. Κι αν λάβει κανεις ύπόψη του στι ή φυλή αυτή κατοικούσε στην περιοχή του Στρυμόνα, τότε φαίνεται πολύ πιθανό ότι τό τοπωνύμιο Graero προήλθε από μικρή παραφθορά του ονόματος Γραία (11 Γρααίων πόλις), όπως θα ονομαζόταν ή έδώ αρχαία πόλη.Ή παρουσία του πελασγικού τοπωνυμίου Γραία!! στην περιοχη αυτή, που είχε κατοικηθεί από πελασγούς, είναι κάτι πολυ φυσικό. Ή διατήρησή του πάλι ως την όψιμη αρχαιότητα δεν αποτελεί μοναδικό φαινόμενο στην ίστορία της μακεδονικής τοπωνυμιολογίας. Σέ αυτό αναμφισβήτητα ευνόηησε τό γεγονός πως ή περιοχή αυτή, μετά τους Πελασγούς και τους Γρααίους, είχε κατοικηθει από τους Θράκες Βισάλτες, που ή γλώσσα τους είχε στενή συγγένεια με την πελασγική και επομένως θα ύπηρχαν πολλά τοπωνυμικά παράλληλα.Αργότερα πάλι οι Μακεδόνες δεν είχαν λόγο να αλλάξουν είδικα αυτό τό τοπωνύμιο, αφου σέ γενικές γραμμές είχαν διατηρήσει στην Άνατολικη Μακεδονία τό παλιότερο (πελασγικό καί θρακικό) τοπωνυμικό υπόστρωμα.Hταν πoλύ φυσικό μάλιστα να μη θίξουν ιδίως την ονομασία μιας πόλης, ή όποία τους θύμιζε τη δικιά τους πόλη Γραία στην περιοχη της σημ. Κοζάνης. Παρα την έλλειψη επαρκών αρχαιολογικών στοιχείων, αν κρίνει κανείς καί μόνο από τό μακεδονικό τάφο, καταλήγει στό συμπέρασμα ότι ή πόλη υπήρχε κατά την έλληνιστικη εποχή. Ή γεωστρατηγική μάλιστα θέση της μας επιτρέπει να αναγάγουμε την ίδρυσή της σέ πολύ πρωιμότερη εποοχη καί να τη συνδέσουμε μέ την αμυντική και εποικιστική πολιτική τού Άλέξανδρου Α’.Ό βασιλιας αυτός, που είχε επεκτείνει τα ανατολικά όρια του μακεδονικού κράτους ως τό Στρυμόνα, είναι πολύ πιθανό ότι είχε ιδρύσει την πόλη αυτη στη θέση της βισαλτικής κώμης Γραίας. Για την τύχη της στους κατοπινούς αιώνες τίποτε δέν είναι γνωστό. Άπό την τρίτη όμως χρήση της ενεπίγραφης στήλης, που βρέθηκε πρόσφατα, φαίνεται πως ή πόλη, ως τό τέλος της αρχαιότητας, είχε καταστραφεί δυό τουλάχιστον φορές. Οι καταστροφές της θα πρέπει να αποδοθούν μάλλον σε βαρβαρικές επιδρομές καί να προσδιοριστούν χρονικά στό δεύτερο μισό του 30υ μ.χ. αιώνα, δηλαδή στην εποχή που ή Μακεδονία γνώρισε συχνές επιδρομές από τους Γότθους. Χάρη στην επιγραφή, μπορεί κανεις να σχηματίσει μια είκόνα της μνημειακής τοπογραφίας του αρχαίου οικισμού, ή όποία θα βοηθήσει αρκετα τη μελλοντική ανασκαφική έρευνα. Συγκεκριμένα, αφου ό οικισμός, σύμμφωνα μέ την επιγραφή, ηταν πόλις, θα πρέπει να φανταστεί κανείς μέσα στόν περίβολό της όλα εκείνα τα μνημεία αρχιτεκτονικης που σχετίζονται λειτουργικά με τους θεσμούς της μακεδονικής πόλης: αγορά, γυμνάσιο, βουυλευτήριο, επιστάσιο κ.α. Σέ αυτά θα πρέπει επίσης να προστεθεί ενα ακόμη μνημείο-γνωστό κυρίως από τις αγορές τών πόλεων τών δυτικών επαρχιών της ρωμαϊκης αυτοκρατορίας -,που είχε κατασκευαστεί έδω από επίδραση της ρωμαϊκης arχιτεκτονικης. Πρόκειται για τη βασιλική με την έξέδρα και τους τρείς οίκους, που ανήγειρε, σύμφωνα με τό κείμενο της έπιγραφης, ή πόλη με την οικονομικη συνδρομή της ‘Ιουλίας και συγκεκριμένα με χρήματα που άφησε ό σύζυγός της, ό όποιος από την οικονομική του ευμάρεια φαίνεται ότι ανήκε στην τοπικη αριστοκρατία.Τέλος, ή έπιγραφή, αν και καταστραμμένη στα σημεία αναγραφής των περισσότερων ονομάτων, δεν παύει να έχει ενδιαφέρον για την ανθρωπωνυμιολογική έρευνα.Έτσι, από τα σωζόμενα ονόματα διαπιστώνει κανείς την κυριαρχία των ρωμαϊκών. Τό έλληνικό όμως όνομα που φέρουν τα δυό από τα αναφερόμενα πρόσωπα, δείχνει ότι δεν πρόκειται για Ρωμαίους αλλα για Μακεδόνες της τοπικης αριστοκρατίας, οι όποίοι είχαν λάβει τό δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη. Ή προσκόλληση και ή επιμονή τους στα ίστορικα μακεδονικά ονόματα προδίνει την εθνική καί ίστορικη συνείδησή τους, που είχε αναβιώσει στην εποχή αυτή με τη διάδοση της αλεξανδρολατρείας. Αυτό σημαίνει πως ό εκρωμαϊσμός δεν είχε κερδίσει πολύ εδαφος στην πόλη αυτή ακόμη κι ανάμεσα στους κύκλους της τοπικής αριστοκρατίας, ή όποία ήταν ή πιό ευάλωτη κοινωνική τάξη, γιατί ή άνοδός της στα αξιώματα προϋπέθετε την civitas romana. Κι όλα αυτά, μολονότι ή πόλη βριισκόταν πάνω στό ρωμαϊκό δρόμο Άμφίπολης-Ήράκλειας Σιντικής, που ήταν αρκετά πολυσύχναστος κι ακόμη παρα την πιθανή εγκατάσταση Ρωωμαίων παροίκων (conslstentes) σε αυτή.Τό γεγονός αυτό εξηγείται κυρίως από τη γειτνίασή της με τη Βέργη, που ήταν από τό 452/51 π.χ. μέλος της Άττικοδηλιακής συμμαχίας καί επομένως βρισκόταν κάτω από την αθηναϊκη επίδραση κι ακόμη από τό ότι βρισκόταν μέσα στη σφαίρα επίδρασης της Αμφίπολης, ή όποία σε όλη την περίοδο της ρωμαιοκρατίας δεν έπαυσε να αποτελεί εστία ακτινοβολίας του ελληνικού πολιτισμού στην κοιλάδα του Στρυμόνα.
Έταιρεία Μακεδονικων Σπουδων – ΔΗΜΗΤΡΗΣ Κ. ΣΑΜΣΑΡΗΣ /Visaltis.blogspot