Η προδοσία της Κύπρου από την χούντα με κορύφωση το δίδυμο έγκλημα (πραξικόπημα
και εισβολή), προκάλεσε ρήξη στον ιστορικό δεσμό ανάμεσα στον Κυπριακό Ελληνισμό και
την Ελλάδα. Εκείνο το εθνικό τραύμα, μετά από δεκαετίες και πολλούς κόπους είχε σχεδόν
επουλωθεί. Η αναφορά του Δ. Χριστόφια για εισβολή το 1974 και της Ελλάδας, ανέξυσε εκείνη
την παλιά πληγή. Ευτυχώς, έμειναν μόνοι να τον στηρίζουν οι έμμισθοι (διορισμένοι στην
Κυβέρνηση ή κομματικοί) και μερικοί περιθωριακοί που επικεντρώνονται στον αντεθνικό ρόλο της...
αμερικανόδουλης χούντας στην διάπραξη του πραξικοπήματος. Αλλά αυτό ακριβώς από μόνο
του, δείχνει πόσο ιστορικά λανθασμένη και πολιτικά ανεύθυνη ήταν η αναφορά για εισβολή και της
Ελλάδας το 1974. Εντούτοις, η άρνηση να αποδοθεί σε ατυχία ή σε λεκτικό λάθος –είτε ήταν έτσι,
είτε όχι– για να λήξει το θέμα και η επιμονή τους να υποστηρίζουν μια αναφορά χωρίς ιστορικό
αντίκρισμα, μας ωθεί να αναζητήσουμε άλλες εξηγήσεις.
Η αναφορά περί εισβολής έγινε προφορικά, χωρίς γραπτό κείμενο, που μαζί με την
κατοπινή άρνηση να αποδοθεί σε κάποιο ακούσιο λάθος, επιβεβαιώνουν την γενική πεποίθηση
ότι μερίδα της ηγεσίας του ΑΚΕΛ συντηρεί μια ριζωμένη αποστροφή προς οτιδήποτε καλλιεργεί
τον πανεθνικό δεσμό με την Ελλάδα. Αυτή η αποστροφή αντανακλάται σε μερίδα της βάσης του
κόμματος, αν και σημαντική μερίδα δεν το υιοθετεί. Πάντως, η αποεθνικοποίηση πρέπει να είναι
υπέρτατος πολιτικός στόχος για μια «καθαρόαιμη» αριστερή ηγεσία ώστε σε διάφορα εθνικά
θέματα (π.χ. παιδεία) να αντιστρέφεται την φυσιολογική της αριστερή ιδεολογία. Παράδειγμα
τέτοιας ιδεολογικής στρέβλωσης αποτέλεσε η υποστήριξη του «καθαρόαιμου» αριστερού ΑΚΕΛ
για θεσμοθέτηση του Αγγλικού Πιστοποιητικού Μέσης Εκπαίδευση (GCE) ως κριτηρίου εισδοχής
των Ε/κ μαθητών στα κρατικά Πανεπιστήμια της Κύπρου. Η θεσμοθέτηση θα προωθούσε τα
ιδιωτικά σχολεία εις βάρος των δημοσίων, πράγμα κατάφωρα ενάντια στην αριστερή ιδεολογία.
Ταυτόχρονα όμως, θα αγγλικοποιούσε την δημόσια εκπαίδευση εις βάρος της ελληνικής.
Υπέρμαχος στην καθιέρωση των GCE που θα προωθούσε την ιδιωτική αγγλική εκπαίδευση ήταν
η «καθαρόαιμη» δεξιά (με προεξάρχοντα τον Ν. Τορναρίτη) που βρήκε «απρόσμενο» σύμμαχο
το αριστερό ΑΚΕΛ. Ομολογουμένως, μόνο κάποιος με ύψιστο στόχο την αποεθνικοποίηση της
παιδείας θα το στήριζε εφόσον αντιστρατεύεται την ιδεολογία του η οποία επιτάσσει προάσπιση
της δημόσιας εκπαίδευσης.
Περαιτέρω, η ομιλία του Προέδρου στο Ινστιτούτο Brookings (ΗΠΑ) έφερε στο προσκήνιο
τα επιχειρήματα που προβάλλονται προς τους ξένους. Στην προκειμένη περίπτωση, ο Πρόεδρος
μίλησε σ΄ ένα ίδρυμα που δραστηριοποιείται στην διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής των
ΗΠΑ και ενώπιον ενός ακροατηρίου που κατ΄ εξοχήν ασπάζεται τις αρχές του αμερικανικού
πολιτικού πολιτισμού (σεβασμός ατομικών/πολιτικών δικαιωμάτων, οικονομία της αγοράς,
δημοκρατικό πολίτευμα κ.ά.). Σε τέτοιο ακροατήριο, ο Πρόεδρος έπρεπε να υπερασπιστεί
αρχές και επιχειρήματα που τον ταυτίζουν με τις πεποιθήσεις του ακροατηρίου και εκθέτουν
την Τουρκία π.χ. το ατομικό δικαίωμα ιδιοκτησίας στις ΗΠΑ που είναι θεμελιακό και σεβαστό.
Αν το Μεξικό είχε εισβάλει πριν 36 χρόνια σε μια πολιτεία των ΗΠΑ (π.χ. Τέξας) για
να «προστατεύσει» δήθεν την εκεί μειοψηφία αμερικανών πολιτών Μεξικανικής καταγωγής και
κατόπιν, κουβαλούσε χιλιάδες Μεξικανούς έποικους, εκδιώκοντας την πλειοψηφία των υπόλοιπων
αμερικανών πολιτών, θα αποδέχονταν οι ΗΠΑ να χάσουν το δικαίωμα της ιδιοκτησίας τους οι
αμερικανοί ιδιοκτήτες; Θα αποδέχονταν οι ΗΠΑ να δοθεί στον «σημερινό χρήστη» η ιδιοκτησία
κάθε αμερικανού στο Τέξας (στο πλαίσιο λύσης που προνοούσε Μεξικανική διοίκηση), εφόσον
ο καταπατητής τεκμηριώσει ότι εγκατάλειψη της περιουσίας θα του προκαλέσει δυσανάλογη
ταλαιπωρία από τον πραγματικό ιδιοκτήτη της περιουσίας; Θα αποδέχονταν εκλογή Προέδρου
στις ΗΠΑ εκ περιτροπής, με κριτήριο την εθνική καταγωγή (π.χ. δύο χρόνια Μεξικάνος
υποχρεωτικά), το χρώμα, ή την θρησκεία;
Το τραγικό είναι που δεν μπορεί να προβάλει ο Πρόεδρος τέτοια επιχειρήματα στο
ακροατήριό του στις ΗΠΑ, διότι τα περιλαμβάνει ο ίδιος στις προτάσεις του στο Κυπριακό. Όμως,
στην ομιλία του για ακατανόητους λόγους, εξήγησε την απροθυμία της Τουρκία για εξεύρεση
λύσης. Αυτό, για ποιο ακροατήριο απευθυνόταν;
Κώστας Μαυρίδης mavrides@ucy.ac.cy